.

Η Μονομαχία με Πιστόλια ήταν κάποτε ...Ολυμπιακό άθλημα

 

 

Η μονομαχία για επίλυση ζητημάτων τιμής εφαρμόσθηκε ανά τους αιώνες με ιδιαίτερη ένταση.

Σε κάποιες περιπτώσεις η τιμή μπορεί να μην ξεπλύθηκε, όμως το αίμα έρεε άφθονο στον βωμό της αξιοπρέπειας και της κοινωνικής αποδοχής.

Με την εξάπλωση των πυροβόλων όπλων, οι μονομαχίες μέχρι θανάτου, έλαβαν μια πιο κομψή διάσταση.

 

 

Οι αντίπαλοι τοποθετούνταν πλάτη με πλάτη κρατώντας από ένα πιστόλι και ξεκινούσαν ταυτόχρονα αντίθετη πορεία 15 βημάτων ο καθένας.

 

Στο τέλος της μικρής τους διαδρομής γύριζαν ταυτόχρονα αντικρίζοντας ο ένας τον άλλον και, όταν ο διαιτητής έριχνε το μαντίλι που κρατούσε, αποκτούσαν το δικαίωμα να πυροβολήσουν τη μοναδική σφαίρα που είχε στο όπλο του ο καθένας τους.

 

Οι έμπειροι μονομάχοι στεκόταν στο πλάι για να δίνουν μικρότερο στόχο στον αντίπαλο.
 

Εάν δεν υπήρχε θύμα, η διαδικασία επαναλαμβανόταν μέχρι ο ένας από τους δύο να τραυματιστεί, ή αναλόγως με τη σοβαρότητα της προσωπικής διαμάχης, να πέσει νεκρός.
 

 

Κάποιοι ιδιαίτερα ικανοί μονομάχοι διαγωνίζονταν μεταξύ τους σε μορφή αθλήματος.

 

Έτσι γεννήθηκε η ιδέα να προωθηθεί η μονομαχία με πιστόλια σε Ολυμπιακό άθλημα με τελική υλοποίηση το 1912.

Οι αθλητές παραδόξως δεν πυροβολούσαν τον αντίπαλο, αλλά καλούνταν να πυροβολήσουν κούκλες ντυμένες με φράκο και στόχους στο ύψος του λαιμού από απόσταση 20 -30 μέτρα.

 

 

Αυτός που πετύχαινε την αντίπαλη κούκλα σε πιο επιζήμιο για αυτήν σημείο έπαιρνε το μετάλλιο.

 

Το άθλημα αυτό έγινε μόνο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1912 στη Στοκχόλμη, αλλά και στη Μεσολυμπιάδα που έγινε στην Αθήνα το 1906.
 

Αξίζει να σημειωθεί ότι το χρυσό μετάλλιο στην Αθήνα το είχε κερδίσει ο Έλληνας Κωνσταντίνος Σκαρλάτος.
 

 

Το άθλημα επανήλθε στις συζητήσεις των μελών της Ολυμπιακής Επιτροπής για να επανενταχτεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2000 στο Σίδνεϊ, αλλά μόλις το 32% των ψήφων ήταν υπέρ της επιστροφής του.